Καλώς ήλθατε στα Πλάγια

Πλάγια (Καράσιναν)

Τοπογραφία

Τα Πλάγια είναι χτισμένα στο βόρειο τμήμα του δήμου Αξιούπολης στο νομό Κιλκίς, στην πλαγιά ενός  υψώματος με υψόμετρο 412 μέτρων (ύψωμα «412») κοντά στα ελληνο-σκοπιανά σύνορα.

 Βόρεια από το χωριό και σε απόσταση 10 περίπου οδικών χιλιομέτρων (3 περίπου χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή) βρίσκεται το χωριό Χαμηλό (Αλτσάκ)  [μέσα σε παρένθεση αναγράφονται τα τοπωνύμια των χωριών όπως ήταν γνωστά πριν μετονομαστούν το 1926]. Ανάμεσα στα χωριά Πλάγια και Χαμηλό, στη σημερινή αγροτική περιοχή Χαμηλού, βρίσκονταν οι οικισμοί Μπαρακλή μαχαλά και Χατζή Μπαρί μαχαλά, όπως σημειώνονται σε στρατιωτικούς χάρτες της περιόδου 1917 - 1918.

Ανατολικά των Πλαγίων και σε απόσταση 6 χιλιομέτρων βρίσκεται το παραμεθόριο χωριό Ειδομένη (Σέχοβο) όπου βρίσκεται και ο ομώνυμος σιδηροδρομικός μεθοριακός σταθμός, και από την πλευρά της fyrom, επίσης παραμεθόρια, βρίσκεται η κωμόπολη Γευγελή (Gevgelija).

Νοτιανατολικά και σε απόσταση 4 περίπου χιλιομέτρων βρίσκεται το χωριό Δογάνης (Σλώπνιτσα) ή (Σλοπ) και το ιστορικό ύψωμα Σεμέν ντε Φέρ. Το Σλοπ πήρε το  τοπωνύμιο Δογάνης εις μνήμη του Ανθυπολοχαγού Ευστάθιου Δογάνη από τα Καλάβρυτα που φονεύθηκε στην μάχη κατά των Βουλγάρων, στο ύψωμα Σεμέν ντε Φερ, στις 24 Απριλίου 1917.

Νότια των Πλαγίων και σε απόσταση 5 χιλιομέτρων από τον παλιό δρόμο, βρισκόταν μέχρι την εποχή του εμφυλίου πολέμου το χωριό Πύλη (Δρέβενο). Ο παλιός δρόμος Πλαγίων – Αξιουπόλεως, 6,5 χιλιομέτρα χωματόδρομος, μη προσβάσιμος σε πολλά σημεία του από συμβατικά αυτοκίνητα, καταλήγει στην σύγχρονη επαρχιακή οδό Πλαγίων – Αξιουπόλεως, λίγο πριν την κατηφόρα για το Κοτζά Ντερέ.

Δυτικά και σε απόσταση 3 χιλιομέτρων βρίσκεται το χωριό Φανός (Μαγιαδάγ).

   Ο κάμπος της περιοχής, που εκτείνεται Ανατολικά και σε απόσταση 3-5 χιλιομέτρων από το χωριό και τον διασχίζει ο Αξιός ποταμός, είναι ο κατ’ εξοχήν μη ορεινός και καλλιεργήσιμος χώρος και περιλαμβάνει τα χωράφια των χωριών Πλαγίων, Δογάνη, Ειδομένης. Στο 4ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού Πλαγίων – Ειδομένης, ξεκινάει ο νέος δρόμος απόστασης 3,5 χιλιομέτρων που, μέσω της γέφυρας του Αξιού, οδηγεί στην Εθνική Οδό Ευζώνων - Αθηνών.

Από την αντίπερα, ανατολική, όχθη του Αξιού, περίπου 8 χιλιόμετρα βορειοανατολικά των Πλαγίων, βρίσκεται το χωριό Εύζωνοι (Ματσίκοβο). Έξω από το χωριό Εύζωνοι  βρίσκεται ο ομώνυμος συνοριακός σταθμός, στο Εθνικό Οδικό δίκτυο που οδηγεί στηFYROM.   Νοτιότερα από το χωριό Εύζωνοι βρίσκονται, σε απόσταση 5 χιλιομέτρων, το χωριό (Σμόλ) Μικρό Δάσος, και σε απόσταση 8,5 χιλιομέτρων το χωριό (Ορέβιτσα) Πευκόδασος.

Από τις Αλύτρωτες Πατρίδες στο Καράσιναν

Στο δρόμο της προσφυγιάς,,,,,,,,,,,,,
Στις αρχές του 20ου αιώνα σημειώνονται βίαιες μετακινήσεις του ελληνικού στοιχείου είτε με τη μορφή αιματηρών διωγμών είτε με ανταλλαγή πληθυσμών από τις πατρογονικές τους εστίες της Μικρασίας, του Πόντου, της Ανατολικής Θράκης και της Ανατολικής Ρωμυλίας.
 Σχετικά με την τύχη των κατοίκων της Ανατολικής Θράκης αναφέρει η Μητρόπολη Δέρκων: Το 1924, στα πλαίσια της ανταλλαγής των πληθυσμών της Συνθήκης της Λωζάννης (1923), οι κάτοικοι των χωρίων της Μητροπόλεως Δέρκων: Αβάσσο η Αβάσκιοϊ, Αγιασματάκι, Άγιος Γεώργιος (Αζατλή), Αη Πας, Άκαλαν, Αρναούτκιοϊ, Αμπαρλή, Βελιγράδι, Γαλατάρια, Γρύπες (Τσιφούτμπουργαζ), Ερμενίκιοϊ, Καλλιώ, Καλφά, Καστανιές, Κεφελίκοϊ, Κιουτσούκιοϊ, Λαζάρκιοϊ, Λίτρες, Μακροχώρι, Μικρός Τσεκμετζές, Μπαχτσέκιοϊ, Μπογάζκιοϊ, Νιχωράκι, Ντομούζδερε (Gümüşdere), Νύμφαι, Οκλαλή, Πύργος, Σαφρά, Τζελέπκιοϊ, Τζεμπετζή, Τσιφλίκιοϊ και Φαναράκι αναγκάστηκαν να λάβουν το δρόμο της προσφυγιά στην Ελλάδα και να δημιουργήσουν νέα χωριά η να εγκατασταθούν σε υφιστάμενες κοινότητες και πόλεις. Σύμφωνα με τοντότε Δήμο Αξιούπολης αναφέρεται  σχετικά με την σύσταση του ελληνικού πληθυσμού των Πλαγίων: Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού -190 οικογένειες, 779 άτομα- ήταν πρόσφυγες που ήρθαν στο χωριό μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι μισοί πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη και τα χωριά Μπογάζκιοϊ, Μακρύκιοϊ, Πύργο, Αρναούκιοϊ, Πάψο και Κωνσταντινούπολη και οι υπόλοιποι από τη χερσόνησο της Κυζίκου και συγκεκριμένα από το χωριό Αρτάκη της Μικράς Ασίας.

Πατρίδες που δεν ξεχνάνε οι Πλαγιώτες

Οι Πλαγιώτες που βρέθηκαν μακριά από τις πατρογονικές εστίες τους, έφεραν μαζί τους τις παραδόσεις και τα έθιμα των χωριών τους μαζί με τα λιγοστά κειμήλια που έμειναν να τους θυμίζουν την Κωνσταντινούπολη και την Κύζικο. Οι σύγχρονοι Πλαγιώτες που δεν έζησαν τον ξεριζωμό, γνωρίσανε το Αρναούτικιοϊ, το Μπογάζκιοϊ, τον Πύργο, την Πάνορμο, την Αρτάκη μέσα από τις ιστορίες των παππούδων τους.  

 Το Καράσιναν υπαγόταν διοικητικά, στις αρχές του 20ου αιώνα, στο βιλαέτιο Θεσσαλονίκης, στον Καζά Γευγελή (σύμφωνα με τον χάρτη Βιλαετίων Σκοπίων, Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης που τυπώθηκε το 1908 από το Istituto Geografico de Agostini της Ρώμης) και ενδέχεται να εποικίστηκε με τούρκικο πληθυσμό (Κονιάρους) μετά το 1814 όπως θα περιγραφεί παρακάτω στα "Ιστορικά στοιχεία της ευρύτερης περιοχής Παιονίας". Έχουν βρεθεί αναφορές για το Καράσιναν με καταγεγραμμένη την ονομασία ως: Carachnan, Karasinanci, Kara Sinanci, Карасинанци.

 

Η ζωή στα Πλάγια

παλιότερα που η φαρμακευτική δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένη, οι γιατροί πρότειναν σε ασθενείς με αναπνευστικά προβλήματα, διαμονή στο χωριό λόγω της ξηρότητας και γενικότερα της καταλληλότητας του κλίματος για τέτοιου είδους παθήσεις. Φημισμένη ήταν επίσης η βρύση Χαμίτ Σογιού που κατά την παράδοση έπινε νερό ο σουλτάνος Χαμίτ Β΄ όταν επισκεπτόταν τη Θεσσαλονίκη.

Στα Πλάγια κατοικούσαν Τούρκοι μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών. Το παλιό όνομα των Πλαγίων, Καράσιναν, ίσως να πήρε αυτή την ονομασία προς τιμή του μεγάλου Τούρκου ζωγράφου Καράσιναν που γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί.

 Τα χρόνια από την εγκατάσταση των χωριανών στα Πλάγια μέχρι και τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά αποτέλεσαν μια εποχή φτώχειας αλλά παράλληλα κι ανασυγκρότησης της τοπικής κοινωνίας που προσπαθούσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να πορευτεί ανάλογα με τις περιστάσεις που δημιουργούνταν στην ελληνική επικράτεια.

 Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού, με πενιχρά μέσα, ασχολήθηκαν με τη γεωργία, την παρασκευή κάρβουνου, το εμπόριο καυσόξυλων και την κτηνοτροφία

 Στις αλύτρωτες πατρίδες τους οι Πλαγιώτες είχαν φυτεμένους μπαχτσέδες με λαχανικά, είχαν αμπέλια και καλλιεργούσαν στα χωράφια δημητριακά, αυτές τις συνήθειες συνέχισαν και με την εγκατάστασή τους στο νέο χωριό. Στα Πλάγια, στις ορεινές πλαγιές, υπήρχαν πολλά αμπέλια τα οποία είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι κάτοικοι του χωριού κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922. Με τα χρόνια οι κάτοικοι των Πλαγίων κατάλαβαν ότι ο τόπος τους ήταν κατάλληλος για αμπελοκαλλιέργεια και επιδόθηκαν στη συστηματική καλλιέργεια αμπελιών ευγενικών ποικιλιών Syrah, merlot, cabernet. Με την καλλιέργεια αυτή εμφανίστηκαν τα πρώτα κρασιά υψηλής ποιότητας για να επαληθεύσουν το παλιό τοπικό άσμα «τσίπουρο από το Μαγιαντάγ» (Φανός) και κρασιά από την Πλαγιά».

Κατά τη δραματική δεκαετία 1940 – 1950 το χωριό είχε υποστεί τις αιματηρές συνέπειες του πολέμου. Στο Αλβανικό μέτωπο σκοτώθηκαν δύο Πλαγιώτες.  

Από τον Απρίλιο του 1941 η επαρχία Παιονίας υπάγεται στις γερμανικές αρχές κατοχής. Η πείνα του 1941, που προέκυψε από τον βρετανικό ναυτικό αποκλεισμό της κατεχόμενης Ελλάδας, δεν άφησε νεκρούς στα Πλάγια που, παρά τη μεγάλη φτώχεια των κατοίκων, συντηρούνταν λόγω γεωργικής αυτάρκειας.

 Μετά τον πόλεμο ξεκίνησε η ανασυγκρότηση, πάντα μέσα στα πλαίσια της επαρχιώτικης φτώχειας. Οι κάτοικοι καταπιάνονται με την γεωργία (αμπελουργία, σιτηρά, μεταξουργία, καπνοκαλλιέργεια) ενώ οι γυναίκες του χωριού ύφαιναν χαλιά σε αργαλειούς που είχαν εγκαταστήσει στα σπίτια τους. Η υφαντουργία, που έσβησε σταδιακά από την περιοχή στα μέσα της δεκαετίας του ’70, υπήρχε ως παράδοση στο χωριό Φανός από τον καιρό της εγκατάστασης των προσφύγων στο χωριό και διαδόθηκε σταδιακά στα Πλάγια μεταπολεμικά.

Για την ολοκλήρωση της ανασυγκρότησης του χωριού χρειάστηκε να περάσουν τριάντα χρόνια μετά τον πόλεμο, με αποκορύφωμα προόδου τη δεκαετία του '70, την εποχή που ασφαλτοστρώθηκε ο κεντρικός δρόμος και το χωριό απόκτησε ρεύμα και νερό.  

   Με την μεταπολίτευση ξεκίνησε μια νέα  κοινοβουλευτική περίοδος της κομματοκρατίας, του αναίμακτου διχασμού, που επηρέασε και την μικρή κοινωνία του χωριού.  Η πόλωση για τα κομματικά συμφέροντα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις μεταξύ των οικογενειών του χωριού, σε σημείο που να διαχωρίζονται με κομματικά κριτήρια ακόμα και τα καφενεία.

 Σήμερα στο χωριό ζουν μόνιμα περίπου 257 κάτοικοι οι οποίοι αποτελούν τα 109 νοικοκυριά του χωριού (απογραφή 2001). Οι κυριότεροι λόγοι της πληθυσμιακής αποδυνάμωσης του χωριού είναι η μετανάστευση στο εξωτερικό (Γερμανία κλπ) τις δεκαετίες 1960 – 1970 και το ρεύμα της αστυφιλίας των δεκαετιών 1980 – 1990 όπου δεκάδες νέοι μετακινούνται στη Θεσσαλονίκη κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως στις κοντινές κωμοπόλεις του νομού Κιλκίς (Αξιούπολη, Πολύκαστρο, Γουμένισσα) για βιοποριστικούς λόγους.

 Μεταπολεμικά οι Πλαγιώτες ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία αμνοεριφίων κι αγελάδων, με την καπνοκαλλιέργεια, με την καλλιέργεια δημητριακών και την μεταξοκαλλιέργεια. Τελευταία δοκιμάζεται από αρκετούς γεωργούς κι η καλλιέργεια ηλιόσπορων. Η ταβέρνα, τα δύο παντοπωλεία, τα δύο καφενεία και το συνεργείο αγροτικών οχημάτων αποτελούν τη μικρή εμπορική δραστηριότητα των κατοίκων του χωριού.

 Σήμερα το χωριό παράγει εκλεκτό κόκκινο κρασί, άριστο τσίπουρο και γράπα. Το φτωχό αργιλώδες υπέδαφος, η ξηρότητα της ατμόσφαιρας και το μόνιμο αεράκι συνθέτουν την ιδανική συνταγή για την εξαιρετική ποιότητα τους.

 Την δεκαετία του 1980 ξεκινά στο χωριό η ανοικοδόμηση από συγχωριανούς που επιστρέφουν στο χωριό από το εξωτερικό και τη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα αυξάνεται και η κατοχή ΙΧ αυτοκινήτων.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 το χωριό και ολόκληρη η περιοχή αποτελεί κομμάτι της παραμεθόριας διαδρομής που χρησιμοποιούν χιλιάδες λαθρομετανάστες που εισρέουν μέσω της FYROM στην Ελλάδα από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

Λόγω της οικονομικής ευημερίας της δεκαετίας του 2000 η ανοικοδόμηση εξαπλώνεται κι έρχονται πλέον να κατοικίσουν στο χωριό κι άσχετοι με την περιοχή συμπατριώτες μας. Το ρεύμα της ανοικοδόμησης σταμάτησε απότομα λόγω της οικονομικής κρίσης του 2009.

Το έτος 2007 κατασκευάστηκε στη διαδρομή Πλαγίων – Ειδομένης, η γέφυρα του Αξιού που ενώνει με οδικό άξονα την εθνική οδό Θεσσαλονίκης Ευζώνων με τα χωριά της περιοχής που υπάρχουν δυτικά του Αξιού ποταμού.

Χρήσιμες πληροφορίες για τα Πλάγια   

Τα Πλάγια απέχουν οδικώς 1 ώρα περίπου από τη Θεσσαλονίκη, και 20 λεπτά περίπου από την κωμόπολη Αξιούπολη. Πρόσβαση στο χωριό υπάρχει μέσω 3 διαδρομών:

 α) Από Θεσσαλονίκη, απόσταση 78 χιλιομέτρων, μέσω της Εθνικής Οδού Θεσ/νίκης - Ευζώνων,  

β) Από Θεσσαλονίκη, απόσταση 88 χιλιομέτρων, μέσω της Εθνικής Οδού Θεσ/νικης - Ευζώνων, και ακολουθώντας την παραδοσιακή διαδρομή δια μέσου της Αξιούπολης και του Φανού

γ) Από την κωμόπολη του Νομού Πέλλης, Αριδαία, απόσταση 65 χιλιομέτρων, διασχίζοντας το όρος Πάικο, μέσω των χωριών  Σκρά και  Φανός.

 Στο χωριό λειτουργούν: ψησταριά, παντοπωλείο και καφενεία, όπου κατά την κυνηγετική περίοδο γίνονται στέκια συνάντησης και φιλοξενίας των κυνηγών.

Τοπικά προϊόντα (κρασί, τσίπουρο, γράπα κλπ) διατίθενται στους ενδιαφερόμενους επισκέπτες από τους ίδιους τους παραγωγούς του χωριού.

  

πηγή: http://plagia-paionias.blogspot.gr

 

Μια προσφορά της Ομάδας διαχείρισης ιστοσελίδας της Ειδομένης